Η φυσιολογία του πανικού
Σκεφτείτε την περίπτωση που περπατάτε αμέριμνοι στον δρόμο και ένα αυτοκίνητο αναπτύσσει υπερβολική ταχύτητα και κατευθύνεται προς τα πάνω σας. Αντιλαμβάνεστε την απειλή και το σώμα σας προετοιμάζει να τρέξετε μακριά από τον κίνδυνο, μέσω του Συμπαθητικού Νευρικού Συστήματος (ΣΝΣ) το οποίο διεγείρεται από μια ορμόνη, την ανδρεναλίνη. Την στιγμή που συνειδητοποιήτε ότι γλυτώσατε από τον κίνδυνο, θα παρατηρήσετε πως έχετε ιδρώσει, η καρδιά σας χτυπάει δυνατά και η αναπνοή σας είναι ακανόνιστη όμως θα σας φανεί απόλυτα φυσιολογικό αφού τα συμπτώματα αυτά δικαιολογούνται από την προσπάθεια σας να αντιμετωπίσετε την απειλή.
Ο πανικός δεν είναι παρά ένας αυτόματος μηχανισμός επιβίωσης του ανθρώπινου οργανισμού που ενεργοποιείται στην παρουσία κινδύνου ή απειλής και μας προετοιμάζει ώστε να παλέψουμε ή να τρέξουμε για να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο (fight or flight response). Πρόκειται δηλαδή για ένα συναγερμό που σκοπό έχει να μας προστατέψει. Θα μπορούσαμε να πούμε πως τα άτομα που υποφέρουν από κρίσεις πανικού έχουν ένα υπερευαίσθητο συναγερμό ο οποίος βρίσκει την ρίζα του στην βιολογική και ψυχολογική ευαλωτότητα του ατόμου.
Συμπτώματα κρίσεων πανικού
Τα διαγνωστικά κριτήρια για τις κρίσεις πανικού περιλαμβάνουν μια περίοδο έντονου φόβου ή δυσφορίας, όπου συνοδεύεται από τουλάχιστον τέσσερα από τα ακόλουθα γνωστικά και σωματικά συμπτώματα: ταχυπαλμία, εφίδρωση, δύσπνοια- αίσθημα πνιγμού, τάση λυποθυμίας, ζάλη, τρέμουλο, πόνο ή δυσφορία στο στήθος, μούδιασμα ή μυρμήγκιασμα, ναυτία, αίσθημα αστάθειας και έλλειψης ισορροπίας, φόβο απώλειας ελέγχου ή φόβο παράνοιας, αίσθημα αποκοπής από την πραγματικότητα και τον εαυτό, φόβος ότι το άτομο πεθαίνει, εξάψεις και ρίγη. Οι κρίσεις πανικού συνήθως κορυφώνονται μέσα σε 10 λεπτά.
Παρόλο αυτά δεν αναπτύσσουν όλα τα άτομα που τις βιώνουν διαταραχή κρίσεων πανικού, καθώς για την διάγνωση της διαταραχής τα διαγνωστικά κριτήρια περιλαμβάνουν επαναλαμβανόμενες κρίσεις πανικού, ενώ τουλάχιστον μία από τις κρίσεις πρέπει να ακολουθήτε για τουλάχιστον ένα μήνα από ένα από τα ακόλουθα: α. Επίμονος φόβος για επανεμφάνιση κρίσης πανικού, β. ανησυχία για τις επιπτώσεις των κρίσεων όπως είναι η απώλεια ελέγχου ή η παράνοια και γ. Σημαντική αλλαγή στη συμπεριφορά του ατόμου που σχετίζεται με τις κρίσεις.
Η διαταραχή κρίσεων πανικού μπορεί να παρουσιαστεί με ή χωρίς αγοραφοβία. Όταν κάποιος υποφέρει από αγοραφοβία αποφεύγει να βρίσκεται σε μέρη όπου δεν μπορεί να “αποδράσει εύκολα” στην περίπτωση κρίσης πανικού. Το άτομο συνήθως αποφεύγει μεγάλα εμπορικά καταστήματα, αναμονή σε ουρές, να βρίσκεται έξω από το σπίτι ολομόναχο, αίθουσες κινηματογράφου, μέρη με πολύ κόσμο και ταξίδια με μέσα μαζικής μεταφοράς.
Αιτιολογία
Οι ψυχολογικοί παράγοντες εξηγούν την τάση του ατόμου να φοβάται τα σωματικά συμπτώματα και να τα παρερμηνεύει με καταστροφικούς τρόπους ή να τα αντιλαμβάνεται ως πιο επικίνδυνα από ότι είναι στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, το άτομο πιστεύει πως η ταχυκαρδία είναι ένδειξη καρδιακής προσβολής ή η ζαλάδα ένδειξη ότι το άτομο χάνει τις αισθήσεις του. Παρόλο που δεν έχει ακόμα εξηγηθεί πλήρως η αιτιολογία αυτής της ψυχολογικής ευαλωτότητας, είναι πολύ πιθανό το άτομο να υιοθέτησε αυτές τις πεποιθήσεις μετά από προσωπικές εμπειρίες που έχουν να κάνουν με την υγεία και την ασθένεια. Για παράδειγμα, ένα παιδί που μεγαλώνει με υπερπροστατευτικούς γονείς σε θέματα υγείας μπορεί να αναπτύξει σταδιακά μια πεποίθηση ότι τα σωματικά συμπτώματα είναι επικίνδυνα. Επίσης, αυτή η πεποίθηση θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε περιπτώσεις όπου το άτομο χάνει ξαφνικά και αναπάντεχα ένα αγαπημένο πρόσωπο από μια καρδιακή πάθηση ή ένα εγκεφαλικό, ή ακόμα και στην περίπτωση όπου το άτομο παρακολουθεί κάποιο κοντινό του πρόσωπο να υποφέρει από μια χρόνια και σοβαρή πάθηση.
Παρόλα αυτα, οι πεποιθήσεις για τα σωματικά συμπτώματα δεν μπορούν να εξηγήσουν εξολοκλήρου την αιτιολογία των κρίσεων πανικούν αλλά εξηγούν την τάση του ατόμου να “μαθαίνει” να παρερμηνεύει διάφορα σωματικά συμπτώματα με καταστροφικούς τρόπους.
Οι βιολογικοί παράγοντες εξηγούν μέχρι κάποιο βαθμό την κληρονομικότητα της διαταραχής όμως από μόνοι τους δεν μπορούν να εξηγήσουν την αιτιολογία της. Πολλοί πιστεύουν πως αυτό που κληρονομείται είναι ορισμένα ευαίσθητα σημεία του νευρικού συστήματος τα οποία αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης αρνητικών συμπτωμάτων όπως είναι ο θυμός, η λύπη, η ενοχή, η ντροπή, το άγχος και ο πανικός.
Οι ειδικοί σήμερα συμφωνούν πως η αιτιολογία των κρίσεων πανικού είναι μια περίπλοκη αλληλεπίδραση βιολογικών και ψυχολογικών παραγόντων. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως πρόκειται για ένα κύμα φόβου, που από μόνο του είναι μια φυσιολογική αντίδραση του ανθρώπινου οργανισμού. Αυτό που κάνει την αντίδραση δυσλειτουργική είναι η εμφάνιση της στην λάθος στιγμή; όταν το άτομο δηλαδή δεν καλείται να αντιμετωπίσει καμία ορατή απειλή. Από μόνη της η αντίδραση είναι φυσιολογική και με αυτό τον τρόπο θα αντιδρούσε κανείς αν παραδείγματος χάριν τον απειλούσε κάποιος με όπλο.
Ο ρόλος του στρες
Για τα περισσότερα άτομα, η πρώτη κρίση πανικού εμφανίζεται όταν βιώνουν συσσωρευμένο άγχος εξαιτίας σημαντικών γεγονότων στη ζωή του όπως είναι η απώλεια εργασίας, μια μετακόμιση, ή ο ερχομός ενός παιδιού. Αυτό εν μέρει εξηγεί γιατί οι πρώτες κρίσεις πανικού εμφανίζονται συνήθως στην δεκαετία των 20, αφού σε αυτές τις ηλικίες αναλαμβάνει κανείς περισσότερες ευθύνες.
Κατά την περίοδο αυτών των στρεσογόνων περιόδων, το άτομο δυσκολεύεται να διαχειριστεί ακόμα και γεγονότα μικρότερης σημασίας, ενώ το στρες αυξάνει την σωματική ένταση και μειώνει την πεποίθηση του ατόμου για τις ικανότητες του να αντεπεξέλθει σε διάφορες καταστάσεις.
Το στρες όμως από μόνο του δεν εξηγεί την εμφάνιση των κρίσεων πανικού και σπάνια είναι ο λόγος που οι κρίσεις επιμένουν. Τα στρεσογόνα γεγονότα αυξάνουν την πιθανότητα σε άτομο με βιολογική και ψυχολογική ευαλωτότητα.
Τι διατηρεί τις κρίσεις πανικού
Ένας οξύς “φόβος για φόβο”, ή αλλιώς ένα άγχος για τον πανικό δημιουργείται μετά την πρώτη κρίση πανικού και αναφέρεται σε συγκεκριμένα σωματικά συμπτώματα που παρουσιάζονται στην κρίση πανικού, όπως είναι η ταχυπαλμία και η ζάλη. Αυτός ο φόβος εξηγείται με δύο παράγοντες. Καταρχήν, το άτομο μαθαίνει να αγχώνεται για τα σωματικά συμπτώματα γιατί τα έχει συνδέσει με μια προηγούμενη εμφάνιση κρίσης και δεύτερον παρερμηνεύει τα σωματικά συμπτώματα με καταστροφικούς τρόπους όπως ότι πρόκειται για σημάδια ότι πρόκειται να πεθάνει, να τρελλαθεί, ή να χάσει τον έλεγχο. Όταν το άτομο ερμηνεύσει τα σωματικά συμπτώματα με ρεαλιστικό τρόπο, το άγχος που βιώνει είναι δυνατόν να μειωθεί.
Δεν είναι ασυνήθιστο η πρώτη κρίση πανικού να οδηγήσει το άτομο στο τμήμα Επειγόντων περιστατικών ενός νοσοκομείου εξαιτίας των σωματικών συμπτωμάτων που βιώνει. Συνήθως συστήνεται μια ιατρική αξιολόγηση για να αποκλειστούν παθήσεις όπως ο υπερθυρεοειδισμός, η κατάχρηση καφείνης και αμφεταμινών, η απεξάρτηση από εξαρτησιογόνες ουσίες, ή ακόμα και το φαιοχρωμοκύττωμα το οποίο πρόκειται για ένα ενδοκρινικό όγκο του συμπαθητικού νευρικού συστήματος ο οποίος εκκρίνει υπερβολική ποσότητα ανδρεναλίνης και είναι γνωστός ως “ο μεγάλος μιμητής” ή και “το σύνδρομο του πανικού”.
Αντιμετώπιση
Η θεραπεία πρώτης γραμμής για την διαταραχή κρίσεων πανικού παραμένει η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία. Κύριος στόχος της γνωστικής θεραπείας είναι να βοηθήσει το άτομο να αναγνωρίσει, να προκαλέσει και να αντικαταστήσει τις γνωστικές διαστρεβλώσεις που αφορούν στα σωματικά συμπτώματα, όπως είναι η καταστροφολογία. Επίσης στόχος της θεραπείας είναι να βοηθήσει το άτομο να εκτεθεί σταδιακά και να παραμείνει σε καταστάσεις που έχει την τάση να αποφεύγει.
Κατά την διάρκεια της αξιολόγησης από τον ειδικό της ψυχικής υγείας θα κριθεί κατά πόσο το άτομο χρειάζεται φαρμακευτική αγωγή και εδώ να υπενθυμίσουμε πως η συνταγογράφηση μπορεί να γίνει μόνο από ψυχίατρο.
Ένα ακόμα χρήσιμο εργαλείο στην αντιμετώπιση των κρίσεων πανικού είναι οι διαφραγματικές αναπνοές οι οποίες βοηθούν το άτομο να αρχίσει να αναπνέι κανονικά ξανά. Κατά την διάρκεια της κρίσης πανικού το άτομο έχει την τάση να αναπνέει ακανόνιστα, πιο γρήγορα δηλαδή με αποτέλεσμα να αναπνέει περισσότερο οξυγόνο από αυτό που χρειάζεται ο οργανισμός. Το να αναπνέει κανείς γρηγορότερα μπορεί είτε να προκαλέσει μια τρομακτική φυσική αίσθηση που μπορεί να οδηγήσει σε κρίση πανικού, είτε ο πανικός να οδηγήσει σε ακανόνιστη αναπνοή. Σε κάθε περίπτωση, τα συμπτώματα του να αναπνέει κανείς περισσότερο οξυγόνο συμπεριλαμβάνουν πόνο ή σφίξιμο στο στήθος, ζάλη, αστάθεια, έξαψη, κρύο ιδρώτα και ταχυπαλμία. Παρόλο που είναι έντονα, δεν είναι επικίνδυνα.
Φανή Πονηρού
Αδειούχος Συμβουλευτική Ψυχολόγος
www.faniponirou.com